Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

Κι ύστερα έπιασε να βρέχει...

Στο πρώτο σύννεφο το μυαλό σου πίσω. Κατέβηκες για πρωινό, η θάλασσα λάδι. Δοκίμασες από τον μπουφέ λίγο από όλα με τη σκέψη πως κάποια στιγμή, απαραίτητα πριν το μεσημέρι, θα έπρεπε να έχεις χωνέψει, να ρίξεις μερικές βουτιές στη θάλασσα, να ξαναφάς, να κοιμηθείς κι όλο αυτό το ντόμινο σωριαζόταν εύκολα με μια μπουκιά ομελέτα παραπάνω. Τα χελιδονάκια είχαν τη φωλιά τους πάνω ακριβώς από το κεφάλι σου, τα μικρά τσίριζαν ότι πεινάνε όσο έβλεπαν μαζί τη μητέρα τους, κελαηδούσαν ότι τους λείπει όποτε εκείνη έβγαινε για ψώνια. Λέμε τώρα. Και μετά βουτιές, βουτιές, βουτιές, βόλτες, βόλτες, βόλτες, ξενοιασιά. Και μετά το σύννεφο έφυγε... Κοίταξες καλύτερα έτσι όπως ξεθόλωναν όλα και σου φάνηκε πως άκουσες τη μουσική στις ελληνικές ταινίες, όταν το όνειρο τελειώνει, όταν όλα είναι χειρότερα και σου μένει ένα ανόητο χαμόγελο και μια αδιόρατη αίσθηση πως κάτι καλό έφυγε και... κάτι σου λείπει... Κι ύστερα έπιασε να βρέχει...