Αθήνα … δρόμοι σκοτεινοί και σε κάθε διασταύρωση μπλόκο … ή μάλλον Ζάκυνθος … έχω την αίσθηση πως οδηγώ μισή ώρα χωρίς να δω πινακίδα. Κάθε τόσο ρωτώ «Ξέρει κανείς πού βρισκόμαστε;» … βουβά πρόσωπα στα πίσω καθίσματα η Χαρά με τα παιδιά και δίπλα μου ο Βαγγέλης αγκαλιά με μια τηλεόραση. Μπαίνω σε ένα στενό και βλέπω φώτα να έρχονται κατά πάνω μου. Τελευταία στιγμή κόβω δεξιά, ανοίγει μια πόρτα, είναι και οι τρεις γνωστοί, δε θυμάμαι κανέναν, ούτε όνομα ούτε πού τους ξέρω, λένε ξανά και ξανά το όνομά μου, τους ρωτώ «πού βρίσκομαι;», τα πρόσωπά τους αλλάζουν, γίνονται κάποιοι άλλοι γνωστοί που δε θυμάμαι καλά και μου δίνουν την ίδια απάντηση «Ιδέα δεν έχουμε». Ξανά στο αυτοκίνητο, το οποίο στο μεταξύ έχει μικρύνει … οι χώροι του, τα κυβικά του, δε θα βγάλω ανηφόρα και πατάω γκάζι, μπαίνω στην αντίθετη λωρίδα μιας λεωφόρου … τα μάτια των αστυνομικών πάνω μου … έχουν βγει όλοι στους δρόμους. Άλλοι ρυθμίζουν την κυκλοφορία, άλλοι για έλεγχο στα μπλόκα, κάποιοι διαμαρτύρονται για τους μισθούς και μερικοί ενώ είναι συνταξιούχοι θέλουν να ξαναγυρίσουν στην υπηρεσία. Βγαίνω από το αυτοκίνητο να το σπρώξω … έχει γίνει μικρό σαν τα συγκρουόμενα στο λούνα παρκ. Τότε πού χωρούσαν οι υπόλοιποι; Η Χαρά και τα παιδιά έχουν περάσει απέναντι και περπατάνε. Ο Βαγγέλης με την τηλεόραση; Χτυπά το τηλέφωνο … ψάχνω στις τσέπες … μια πινακίδα μπροστά μου … τα χάνω και τη διαβάζω ολόκληρη … την πρώτη πινακίδα που συνάντησα δεν τη διάβασα ολόκληρη …
Ol… St
Αλλά είμαι σχεδόν σίγουρος πως έδειχνε το δρόμο για το Ολυμπιακό Στάδιο. Οι τάξεις των αστυνομικών έχουν πυκνώσει … δεν σπρώχνω πλέον κανένα αυτοκίνητο … μίκρυνε και χάθηκε όπως σε ένα μυθιστόρημα του Μπορίς Βιαν που μίκραινε ο κόσμος δύο εραστών και όλο το σκηνικό θύμιζε λίγο και το τραγούδι «Ο Μαγαπάς κι η Σαγαπώ» του Μαχαιρίτσα, αλλά εγώ ήμουν τώρα μόνος, η Χαρά και τα παιδιά εξαφανισμένοι στο τέλος του δρόμου, το τηλέφωνο δε χτυπούσε και το τοπίο έπαψε να θυμίζει Αθήνα … τόσοι ένστολοι και τόσα μπλόκα μόνο στο Ανατολικό Βερολίνο πριν το 90, όπως στο «Goodbye Lenin». Γύρισα να δω αν η πινακίδα ήταν στα γερμανικά … δεν ακουγόταν αέρας … το σκοτάδι διαλυόταν … τα τζιτζίκια έπιαναν δουλειά κι εγώ πέταξα το σεντόνι και έτρεξα προς το παράθυρο. Η θάλασσα χωρίς κύμα αλλά στο βαθύ μπλε … άρα κρύα μετά τα χτεσινά μποφόρ