Ήταν ένας βοσκότοπος κάτω από τον Λυκαβηττό κι επειδή κυρίως
κατσίκια ήταν αυτά που έκοβαν βόλτες στην περιοχή μασουλώντας χορταράκι και
ψάχνοντας για νεράκι, την είπαν Κατσικάδικα.
Οι τσοπάνηδες μάλιστα είχαν κι ένα
συνήθειο: για να μην πέσει επιδημία και αφανίσει τα κοπάδια τους, έσφαζαν
δύο δίδυμα μοσχάρια ή άλλα ζώα (πάντως δίδυμα), αφού πιο πριν τα περιέφεραν εν
πομπή στην περιοχή.
Πήγαιναν μετά και τα έθαβαν τα σφαγμένα δίδυμα κοντά
σε μια δεξαμενή (μνημείο από τη ρωμαϊκή εποχή) κι έβαζαν για σημάδι ένα
κολωνάκι.
Την εποχή του Μεσοπολέμου όμως έφυγαν τα κατσίκια να
βοσκήσουν σε άλλη γη και σε άλλα μέρη και ήρθαν άνθρωποι καθώς πρέπει που είχαν
και το κατιτίς τους και ήθελαν να είναι γείτονες με το παλάτι, οπότε άρχισαν να
ψάχνουν για καινούριο όνομα.
Είδαν τη δεξαμενή και πολύ τους άρεσε, τη γέμισαν
θαλασσινό νερό κι έβαζαν τα παιδάκια τους να τσαλαβουτάνε κι εκείνοι έκλειναν
τα μάτια τους κι απολάμβαναν τον ήλιο λες και ήταν στο Φάληρο.
Έβλεπαν επίσης και τα κολωνάκια και πολύ τους παραξένευαν τι
ήταν και για ποιο λόγο είχαν φτιαχτεί και σκέφτηκαν να δώσουν ένα πρωτότυπο
όνομα στην περιοχή τους.
Πώς να εμφανιστούν μπροστά στον Μεγαλειότατο και να
του συστηθούν ως Κατσικαδικιώτες;
Ενώ Κολωνακιώτες…
Γιώργος Γιώτης (13/4/2017)
Γιώργος Γιώτης (13/4/2017)