Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Οι ίδιες εικόνες...


Οι ίδιες εικόνες στις ειδήσεις. 
Ίδιο συναίσθημα.
Έβαλα το αγαπημένο μου τραγούδι όσο πιο δυνατά μπορούσα.
Ο Λένον έβλεπε τις λέξεις 
"σαν ατέλειωτη βροχή στο χάρτινο ποτήρι".
Περίμενα την επόμενη εικόνα,
αλλά αυτός
εντελώς ιδιότροπος όμως
επαναλάμβανε
πως τίποτα δε θα αλλάξει τον κόσμο του.
Τέσσερις συνεχόμενες φορές ο ίδιος στίχος.
Τις μέτρησα.
Και έκλεισα τα μάτια.
Αλλά στις ειδήσεις οι εικόνες δεν έφευγαν.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Μυστράς



Ήταν Σάββατο μεσημέρι, βροχερό.
 Οι πέτρες άλλες σφηνωμένες στο λασπωμένο χώμα να δείχνουν το μονοπάτι και άλλες η μια πάνω στην άλλη ό,τι έμεινε όρθιο από την καστροπολιτεία.
 Να βγαίνουν μπροστά μου οι ερωτησεις των μαθητών μου, οι γάτες βγαλμένες από τη "Μεγαλη Πράσινη" της Φακίνου και ο φύλακας να εξηγεί γιατί λείπουν τα μάτια των Αγίων, πώς και ο Χριστός δεν είναι στη μέση του Μυστικού Δείπνου, όπως τον ήθελαν ο Ντα Βίντσι κι οι υπόλοιποι δυτικοί ζωγράφοι και τέλος για ποιο λόγο υπήρχαν τρύπες στις κολόνες της Περίβλεπτου. Ζωντάνευαν μπροστά μου Έλληνες έξω να ντουφεκάνε Έλληνες κρυμμένους μέσα στον ναό και σα να κατέβαιναν από τα τείχη του κάστρου οι νότες που έντυσαν μια παλιά "Συννεφιασμένη Κυριακή" μα έξω ήταν Σάββατο μεσημέρι ακόμα... βροχερό.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Μονόπρακτα του Τσέχωφ

μονοπρακτα τσεχωφ by phsaf on Scribd


Η «γιορτή» μας ξεκινάει


Χειροκροτήματα.
Η «γιορτή» μας ξεκινάει.
Άγχος αν όλα πάνε καλά κι ενθουσιασμός να τον μοιραζόμαστε όλοι στην αίθουσα: παιδιά, γονείς και δάσκαλοι. 
Μοιάζουν όλα τόσο μακρινά, έχουν περάσει άλλωστε πολλά χρόνια από τότε. Βλέπω τα παιδιά να ανεβοκατεβαίνουν στη σκηνή, να διαβάζουν το χρονικό, να λένε τα ποιήματά τους. 
Σκέφτομαι πως οι καιροί αλλάζουν, μετρώ πόσες γιορτές, πόσα λόγια και η κληρονομιά του Πολυτεχνείου πόσο έχει αμφισβητηθεί. Η φωνή του φοιτητή να συμπληρώνει τα κενά ανάμεσα στα ποιήματα και τις σκέψεις μου «Αδέλφια μας στρατιώτες». Το σύμβολο που θα έπρεπε να ενώνει μεταμορφώνεται μπροστά μου σε μνήμη που διχάζει. Μέσα στα αυτιά μου κάποιοι παίζουν με τις λέξεις.
«Τι να την κάνεις την ελευθερία χωρίς ψωμί και πόσο μπορεί να σταθεί μια δημοκρατία χωρίς ουσιαστική παιδεία;»
Κι έπειτα τα παιδιά που τραγουδούσαν:
«Λαχτάρησα μια χώρα,
γυρεύω ένα νησί,
που οι άνθρωποι να λένε,
ό,τι μου λες κι εσύ»
Με τις φωνές των παιδιών γυρνώ πίσω σε εκείνη τη νύχτα.
Εφτά χρονών και παραξενευόμουν που ο πατέρας μου έκλαιγε, με το ραδιόφωνο μετά βίας ν’ ακούγεται και όχι, δεν ακούγονταν οι συνηθισμένες εκπομπές με δημοτικά κι εμβατήρια ή μεταδόσεις ποδοσφαίρου, αλλά φωνές και σφαίρες να έρχονται απ’ το πουθενά και να σημαδεύουν τους πάντες.
Έκλαιγα κι εγώ χωρίς να μπορώ να βρω γιατί και μ’ έβαλαν με το ζόρι για ύπνο.
Εκείνη τη νύχτα.
Φοβόμουν ότι το κακό θα έρθει και θα τρυπώσει μες στο σπίτι μου.
Χειροκροτήματα.
Μοιάζουν όλα τόσο μακρινά, έχουν περάσει άλλωστε πολλά χρόνια από τότε.
Γ.Γ. (17/11/2016)

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Το τρένο που έφευγε στις 8...


"Νοέμβρης μήνας δε θα μείνει
να μη θυμάσαι στις οχτώ"
έγραφε το ’61 ο Μάνος Ελευθερίου
ο Μίκης φανταζόταν ήχους...
κι ο πατέρας μου κάθε φορά
το άκουγε,
θυμόταν
και μου έλεγε
πως υπήρχε στ’ αλήθεια τρένο
που έφευγε στις 8
για Κατερίνη.
«Στο έχω ξαναπεί;» ρωτούσε για να πάρει θάρρος
και να συνεχίσει με ιστορίες που είχαν μέσα στρατιώτες, τρένα, νύχτα, λοχαγούς ξηγημένους, χειμώνες και λοχίες στραβόξυλα της δεκαετίας του 50.

«Δε το θυμάμαι, για πες»

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Το μπλόκο του Βύρωνα


Κατέβαινα τη Χρυσοστόμου Σμύρνης.
Σε λίγα λεπτά θα γινόταν η παρέλαση.
Ένας ηλικιωμένος κύριος έδειχνε για ώρα τα ονόματα,
τον άκουγα να εξηγεί με ενθουσιασμό την ιστορία:
«εδώ ακριβώς είχαν στήσει το πολυβόλο 
κι ένας ήθελε να ξεφύγει,
σκαρφάλωσε αυτό ακριβώς το κάγκελο
κι εδώ πέρασε η σφαίρα,
νάτη!!!
25 χρονών ήταν κι ήθελε να ζήσει.
Την προηγούμενη μέρα είχε παντρευτεί»
Μετρούσα τις μέρες που χώριζαν τον θάνατό τους
μέχρι τη μέρα της απελευθέρωσης.
2 μήνες και κάτι.
Καθόμουν ακίνητος στη μέση της Χρυσοστόμου Σμύρνης.
Σε λίγα λεπτά θα γινόταν η παρέλαση.
Γ.Γ. (28/10/2016)
Παραθέτω και την αναφορά του αστυνομικού τμήματος Βύρωνα αυτούσια:
Αναφορά του ΙΘ” Αστυνομικού Τμήματος Βύρωνα: «Την 7/8/1944 και ώραν 17.40 γερμανικά αυτοκίνητα (2) πλήρη στρατιωτών διερχόμενα εκ της αγοράς Βύρωνος εδέχθησαν ριπή πολυβόλου παρ” Εαμίτου και ετραυματίσθησαν εις Γερμανός αξιωματικός και εις στρατιώτης, μετ΄ολίγον κατέφθασε ισχυρά γερμανική δύναμις ήτις διέταξε τη συγκέντρωση απάντων των ανδρών του συνοικισμού εις την πλατείαν Σμύρνης όπου συνεκεντρώθησαν 1.000 άνδρες. Παρέλαβε 10 αδιακρίτως εκ των συγκεντρωθέντων και τους εξετέλεσαν επιτόπου, άλλους δε 600 άνδρας τους μετέφερον εις Χαϊδάρι και εκείθεν τους μετέφερον εις Γερμανίαν».

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Στην κόρη μου...


Για να βρεις τον εαυτό σου υπάρχουν, λένε, τεχνικές.
Να στέκεσαι και να ρωτάς
«ποιος είμαι, πού είμαι, τι θέλω».
Για να μη χάνεις τον εαυτό σου υπάρχουν, λένε, τεχνικές.
Ξαπλώνεις κι αφήνεσαι να σε διεκδικούν
έδαφος και ουρανός
κι έτσι μετέωρος να μένεις χωρίς σκέψεις.
Τα χρόνια περνούν και σε κυνηγούν συναισθήματα.
Εγώ τους ξεφεύγω γιατί δεν ακολουθώ τις τεχνικές που μου λένε.
Δε διώχνω όλες τις σκέψεις.
Κρατάω μέσα μου εικόνες.
Εσένα πολύ μικρή να ακούς το αγαπημένο σου τραγούδι και να γελάς.
Να ζητάς με αγωνία.
Να κλαις από αγάπη.
Εσύ διώχνεις όλες τις σκέψεις σου;

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Το μόνο σίγουρο...


Έτσι όπως το απόγευμα εξαφανιζόταν, 
αφήνοντας πίσω το σκοτάδι, 
 η Αλίκη έριξε μια βουτιά στον καθρέφτη, 
 ο Μικρός Πρίγκιπας έχασε την ισορροπία του και κατρακυλούσε στον μικρό του πλανήτη 
 και ο Εγωιστής Γίγαντας έκλαιγε μόνος. 

Εκείνος πάλευε με το παρελθόν που είχε γίνει φάντασμα. 
 Από αυτά τα αστεία, ευτυχώς, 
 που με ένα τρύπιο σεντόνι κι ένα «μπουουου» 
κόβουν βόλτες στις παλιές κωμωδίες. 
Γέλασε. 

 Όμως σκέφτηκε πως 
άλλη μια μέρα έφυγε 
 που δε θα μπορούσε να θεωρήσει τον εαυτό του νικητή. 
Κοιτούσε έξω 
και το μόνο που θα μπορούσε να έχει σίγουρο και δικό του ήταν 
πως για μία ακόμη φορά είχε νυχτώσει…

Γιώργος Γιώτης (24/9/2016)

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Κάτι καλό έφυγε...


Κατέβηκες για πρωινό, η θάλασσα λάδι. Δοκίμασες από τον μπουφέ λίγο από όλα με τη σκέψη πως κάποια στιγμή απαραίτητα πριν το μεσημέρι θα έπρεπε να έχεις χωνέψει, να ρίξεις μερικές βουτιές στη θάλασσα, να ξαναφάς, να κοιμηθείς κι όλο αυτό το ντόμινο σωριαζόταν εύκολα με μια μπουκιά ομελέτα παραπάνω. 
Τα χελιδονάκια είχαν τη φωλιά τους πάνω ακριβώς από το κεφάλι σου, τα μικρά τσίριζαν ότι πεινάνε όσο έβλεπαν μαζι τη μητέρα τους, κελαηδούσαν ότι τους λείπει όποτε εκείνη έβγαινε για ψώνια. Λέμε τώρα.
Και μετά βουτιές, βουτιές, βουτιές, βόλτες, βόλτες, βόλτες, ξενοιασιά. Κοίταξες καλύτερα έτσι όπως ξεθόλωναν όλα και σου φάνηκε πως άκουσες τη μουσική στις ελληνικές ταινίες όταν το όνειρο τελειώνει, όταν όλα είναι χειρότερα και σου μένει ένα ανόητο χαμόγελο και μια αδιόρατη αίσθηση πως κάτι καλό έφυγε και... κάτι σου λείπει...
Κι ύστερα έπιασε να βρέχει...

Γ.Γ. (11/9/2016)

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Strangers on a train (1951)

 
 Η δεκαετία του 50 ξεκινά και ο Χίτσκοκ επιλέγει για μια ακόμη φορά ως κουβάρι για να ξετυλίξει την υπόθεση μια δολοφονία, η οποία μάλιστα δεν έχει καμιά λογική. Παράλογος ως ρόλος είναι και ο Μπρούνο Άντονι, ο οποίος ως άγνωστος στο εξπρές προτείνει στον διάσημο τενίστα Γκάι Χέινς την ανταλλαγή φόνων. 
 Χιαστί. 
 Criss Cross. 

 Η θεωρία του Μπρούνο πως πρέπει να τα κάνεις όλα πριν πεθάνεις: 
 · να οδηγήσεις αυτοκίνητο με 150 χλμ. την ώρα και με δεμένα μάτια (το θυμήθηκε και το έκανε χρόνια αργότερα ο Αλ Πατσίνο ως τυφλός στο Άρωμα Γυναίκας) 
 · να πετάξεις με αεριωθούμενο και να σου φύγουν τα άχυρα από το κεφάλι 
 · και να κρατήσεις θέση στον πρώτο πύραυλο για το φεγγάρι (κάτι που πάει να εξελιχθεί σε ξεπερασμένο πια). 
 Μοναδικός ο Ρόμπερτ Γουόκερ στην ερμηνεία του κακού Μπρούνο. Μάλιστα το 1951, τη χρονιά που η ταινία βγήκε στις αίθουσες, ο Γουόκερ σταμάτησε να αναπνέει στα 32 του ύστερα από συνδυασμένη χρήση χαπιών και αλκοόλ. 

 Θύμα της ανταλλαγής φόνων η Μίριαμ η σύζυγος του τενίστα. Για την ερμηνεία του ρόλου η Κέισι Ρότζερς (στην ταινία είχε το ψευδώνυμο Λώρα Έλιοτ) έπρεπε να φοράει γυαλιά. Όμως, όπως δήλωσε η ίδια, την εποχή που γυρίστηκε η ταινία δε χρειαζόταν γυαλιά. Ο Χίτσκοκ την ανάγκασε να φορέσει γυαλιά και μάλιστα με χοντρούς φακούς, ακόμη και σε μακρινά πλάνα από όπου θα ήταν αδύνατο να καταλάβει κανείς ότι φορούσε κανονικά γυαλιά. Αποτέλεσμα; Για κάθε κίνησή της στις σκηνές που έπαιξε χρειαζόταν τη βοήθεια των συμπρωταγωνιστών της. Βέβαια τα γυαλιά για την ταινία αποτελούν μια κρίσιμη λεπτομέρεια και ο Χίτσκοκ είχε εμμονή με τις λεπτομέρειες. 
 Και οι λεπτομέρειες στην ταινία πολλές. 
 · Η φράση του γερουσιαστή πως οι κατηγορίες εναντίον σου παραμένουν ακίνδυνες όσο μένουν αναπόδεικτες. 
 · Η παρτίδα τένις που καθυστερεί την πλοκή κι αυξάνει την αγωνία, αφού ο κακός Μπρούνο κερδίζει χρόνο και φτάνει πρώτος στο λούνα παρκ του Μέτκαφ. Γκέιμ, σετ και ματς στον Χέινς και ο αγώνας τένις μετατρέπεται σε αγώνα καταδίωξης, οι αστυνομικοί κυνηγούν τον Χέινς και ο Χέινς πρέπει να προλάβει τον Μπρούνο, πριν αλλάξει τον τόπο του εγκλήματος. 
 · Και ο φακός να παίζει με την τελευταία λεπτομέρεια, τον αναπτήρα. Στο τρένο κάποιος τον ζητάει, για να ανάψει τσιγάρο, στον δρόμο γλιστρά από τα χέρια του Μπρούνο ώσπου τελικά λύνει το μυστήριο ως ο απόλυτος πρωταγωνιστής στο χέρι του δολοφόνου. 

Το χιούμορ; 
 · Ο μεγάλος Άλφρεντ σε μία ακόμη cameo εμφάνισή του επιβιβάζεται στο τρένο κουβαλώντας μάλιστα κι ένα βιολοντσέλο, που φαίνεται μάλιστα πως τον ταλαιπωρεί ιδιαίτερα. 
 · Και το φινάλε, κατά το αφηγηματικό σχήμα του κύκλου, πάλι σε ένα βαγόνι τρένου και πάλι κάποιος άγνωστος πλησιάζει τον Γκάι Χέινς και τον ρωτάει αν είναι ο διάσημος τενίστας. Πάντως για να τα λέμε όλα: ο Γκάι Χέινς στο βιβλίο της Πατρίσια Χάισμιθ ήταν αρχιτέκτονας και όχι τενίστας. Χιαστί, που θα έλεγε και ο Μπρούνο. Criss Cross.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

Η Παρθένος της Νυρεμβέργης (b-movie τρόμου δεκαετίας 60)


Ταινία του 62 βασισμένη σε νουβέλα κάποιου Μπόγκαρντ και προφανώς όχι του Χάμφρεϊ. Ο Max Hunter  προσπαθεί να πείσει τη νέα κι όμορφη σύζυγό του Mary πως το τέρας και τα βασανιστήρια που βλέπει στο κάστρο τα φαντάζεται. Ήλπιζα πως αυτή ήταν η ταινία που με είχε τρομάξει 5 χρονών εγώ, σε ασπρόμαυρη τηλεόραση, στη Θεσσαλονίκη ήμασταν, κι οι γονείς μου με είχαν αφήσει σε κάτι φίλους τους. Αν από την υπόθεση καταλάβαινα πως τα τρομακτικά συνέβησαν σε βουνό και πολύ μακριά από θάλασσα, θα διέκοπτα την ταινία, γιατί αυτό που έψαχνα ήταν μια σκηνή με την πρωταγωνίστρια να τρέχει στην παραλία και να την κυνηγά ενα φτερωτό πλάσμα που στη φαντασία μου τότε ήταν ένας άγγελος. Κακός όμως. Στην ταινία η υπηρέτρια φόβιζε την κυρία προειδοποιώντας πως ο τιμωρός γυρνούσε μετά από 300 χρόνια να βασανίσει τις πρόστυχες γυναίκες. Μυστικοί διάδρομοι πίσω από κρύπτες, η μισή ταινία στο σκοτάδι, γοτθικά σύμβολα και ο Κρίστοφερ Λι στο ρολο του πιστού αλλά και τρομακτικού υπηρέτη Έρικ. Το φάντασμα έδειχνε να ’ναι ολοζώντανο και η πιθανότητα να υπάρχει κακός άγγελος ή έστω φτερωτό πλάσμα άγνωστης ταυτότητας απομακρυνόταν. Η Μαίρη άρχισε να τρέχει φορώντας λευκό νυχτικό στον κήπο, κανείς όμως δεν την κυνηγούσε κι ήταν νύχτα. Ο τιμωρός φορούσε κόκκινα, κάτι που θα είχε εκμεταλλευτεί δεόντως η προπαγάνδα της κρατικής τηλεόρασης στις αρχές του 70 αν δεν ήταν ασπρόμαυρη. Στα 60 περίπου λεπτά το κάστρο κλειδώνει ως δια μαγείας, ο Μαξ εγκλωβίζεται σε ένα υπόγειο που σιγά σιγά πλημμυρίζει νερό και ποντίκια, ενώ η Μαίρη αναζητώντας ξεκλείδωτη έξοδο πέφτει πάνω στον τιμωρό, ο οποίος την ξαπλώνει στο τραπέζι των βασανιστηρίων. Στο τέλος μπλέκεται ο δεύτερος παγκόσμιος και ο τιμωρός αποδεικνύεται ο επιζών επίδοξος δολοφόνος του Χίτλερ που βασανίστηκε και ως "ζωντανό κρανίο" πια τρελάθηκε. Ήλπιζα το "ζωντανό κρανίο" να πετάει κι η Μαίρη να σπάσει τις αλυσίδες της και να αρχίσει να τρέχει. Όμως εκείνη άρχισε να φωνάζει ενώ παγιδευόταν σε μια σαρκοφάγο που έκλεινε, όταν ο Μαξ φώναζε "όχι, πατέρα" και στην τελευταία σκηνή ο Μαξ κρατάει στην αγκαλιά του τη Μαίρη και το κάστρο καίγεται και γκρεμίζεται πάνω στον Έρικ (Κρίστοφερ Λι) και το "ζωντανό κρανίο" που παραληρεί εναντίον των δεινών του πολέμου. Η κατάρα του φτερωτού πλάσματος θα με αναγκάσει να δω κι άλλες ταινίες του 60.

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Τα όμορφα έργα όμορφα σχεδιάζονται...


Σαν παιχνιδάκι λοιπόν. Έχω κλείσει πόρτες, παράθυρα και ζεσταίνομαι. Ανοίγω μια χαραμάδα να μπει αεράκι δροσερό και ψάχνω την κατάλληλη λεζάντα στον θόρυβο που γλιστράει μέσα και συγχρόνως προσπαθώ να μαντέψω τι συμβαίνει έξω.
Τα έργα ξανάρχισαν. Ω, ναι! Αναμενόμενο άλλωστε, αφού κάποτε σταμάτησαν, ε κάποτε θα ξαναρχίσουν. Όχι, όπως η πολυκατοικία απέναντι που έμεινε στα μπετά. Όπως παλιά που ό,τι άρχιζε ε κάποτε θα τελείωνε.
Μάιος ήταν, μπορεί και Απρίλιος, όταν ξεκίνησαν τα έργα. Αντιπλημμυρικά, απαντούσαν οι εργάτες σε όποιον ρωτούσε και δεν ήταν πολλοί. Ο καιρός περνούσε, οι δρόμοι γέμιζαν χαλίκια, οι ζωές μας χώμα, τα χαντάκια προχωρούσαν σε βάθος και μάκρος κι όταν πλησίασαν στα εκατό μέτρα τη δασική περιοχή, σταμάτησαν.
Η δασική υπηρεσία έλεγε στα έργα «Να φύγετε, να πάτε αλλού», ο δήμαρχος απαντούσε «δεν μπορεί να αλλάξει ο σχεδιασμός στο τέλος του έργου» και οι κάτοικοι έψαχναν δεξιά, αριστερά, πάνω, κάτω «Σχεδιασμός, ποιος σχεδιασμός;».
Οι μπουλντόζες ξαναήρθαν, ξαναέσκαψαν, έψαξαν τις θέσεις που έπρεπε να μπουν τα φρεάτια, τα βρήκαν στο περίπου και τα έκλεισαν. Στα μπαλκόνια οι γείτονες στοιχημάτιζαν πότε θα ξανανοίξουν τα χαντάκια και πότε θα ξανακλείσουν. Παίζονταν χρήματα, όχι περισσότερα όμως από αυτά που χάνονταν να πηγαινοέρχονται μπουλντόζες και φορτηγά, εργάτες να προσλαμβάνονται και εργολάβοι να εξαφανίζονται.
Το σπίτι τρίζει και δε βρίσκω πια λεζάντα κατάλληλη. Βγαίνω στο μπαλκόνι και υποψιάζομαι πως μπορεί όλα να είναι όνειρο. Δεν μπορεί να γίνονται αυτά τα πράγματα. Δεν μπορεί να καταστρέφονται δρόμοι, να χάνονται χρήματα, επειδή ξεκινούν έργα που ποτέ δεν τελειώνουν, επειδή δε συμφωνούν Δήμος και Δασική Υπηρεσία. Εκεί που περιμέναμε ο χωματόδρομος να γίνει άσφαλτος, έγινε ξανά μισό χαντάκι μισό χωματόδρομος. Ευτυχώς που τα αυτοκίνητα ακόμα μπορούν να περάσουν. Όχι πάντα βέβαια, γιατί κάποιοι ξεχνούν παρκαρισμένα τα αυτοκίνητά τους σε αυτόν τον μισό χωματόδρομο και αν θέλεις να συνεχίσεις, πρέπει να πέσεις στο χαντάκι.
Έμαθα πως υπήρξαν πολλοί εργολάβοι, ο ένας έφυγε χωρίς να πληρώσει κανέναν, ο άλλος τα παράτησε, επειδή δεν τον πλήρωσε κανένας και δεν έχω καμιά όρεξη να αρχίσω τα τηλέφωνα και να ψάχνω ποιος ξέρει τον νέο εργολάβο, ποιος υποψιάζεται πότε τελειώνουν τα έργα και ποιος πληρώνει τον βαρκάρη, που ετοιμάζεται να κάνει δρομολόγια χαντάκι χαντάκι από Σεπτέμβρη με τα πρωτοβρόχια.
Οι γείτονες όλη τη μέρα με το λάστιχο παλεύουν με τη σκόνη που τρυπώνει παντού, κουνάνε το κεφάλι τους, γκρινιάζουν, στοιχηματίζουν, επαναλαμβάνουν πως δεν είναι κατάσταση αυτή και είναι σίγουροι πως θα τραβήξει αυτή η ταλαιπωρία μέχρι τον Οκτώβρη τουλάχιστον.
Θα αφήσουν λένε μια τρύπα να πέφτουν τα νερά της βροχής σε μια δεξαμενή που θα διαμορφώσουν κάτω από τον δρόμο και όταν η δεξαμενή γεμίζει, θα έρχεται ένα βυτίο και θα αδειάζει το νερό. Πολιτισμένα πράγματα. Ε;
Κι εγώ δεν έχω όρεξη γενικώς.
Κι αν όλα αυτά είναι παιχνίδι, δε βρίσκω λεζάντα στον θόρυβο, στα χαντάκια και στη σκόνη.
Κι αν όλα αυτά είναι ένα όνειρο;
Όχι δεν μπορεί να είναι όνειρο.

Τίποτα δεν μπορεί να γίνει πιο γελοίο από την πραγματικότητα…

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Έργα στον Δήμο Γλυφάδας



Έχουν ξεκινήσει έργα στον δρόμο μας στην Άνω Γλυφάδα από το Πάσχα κι εδώ και κάποιες μέρες έχουν σταματήσει. Υποτίθεται θα μας προστάτευαν από πλημμύρες, αλλά έχουν βουλιάξει την περιοχή στη λάσπη. Δεν υπάρχει πουθενά άσφαλτος και τα πεζοδρόμια ακόμα είναι σπασμένα. Κολυμπάμε κάθε μέρα στο χώμα, το αναπνέουμε, το τρώμε και το πίνουμε έτσι όπως κατακάθεται παντού και σιγά σιγά το συνηθίζουμε. 
Πήρα λοιπόν τηλέφωνο στη Γραμμή Δημότη να ρωτήσω πότε θα τελειώσουν τα έργα. Η πρώτη φωνή μόλις άκουσε πως ο δρόμος είναι μες στο χώμα και το χαλίκι δε χρειαζόταν τίποτε άλλο, είχε καταλάβει και με συνέδεσε με το Τμήμα Καθαριότητας. Εκεί βέβαια κατάλαβαν αμέσως το πρόβλημα και μου είπαν να πάρω στην Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, μου έδωσαν το τηλέφωνο και μου ευχήθηκαν, δε θυμάμαι τι ακριβώς.
Η φωνή στην Τεχνική Υπηρεσία ήταν η πιο νυσταγμένη και η πιο ήρεμη που ακούστηκε τουλάχιστον στο δικό μου τηλέφωνο.
- Είναι θέμα εργολάβου, κύριε.
- Σπάμε τα αυτοκίνητά μας, κύριε.
- Σας καταλαβαίνω, κύριε.
- Πνιγόμαστε στη σκόνη, κύριε.
- Σας καταλαβαίνω, κύριε.
Η φωνή ακουγόταν όλο και πιο νυσταγμένη όλο και πιο ήρεμη σα να ήταν μαγνητοφωνημένη, ίδιο μήνυμα για κάθε παράπονο.
- Όλοι καταλαβαίνετε, αλλά δεν γίνεται κάτι…
- Ο εργολάβος ξέρει που έχει αναλάβει το έργο.
- Και δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα;
- Και φυσικά υπάρχει.
- Ποιο είναι;
- Ο εργολάβος το ξέρει.
- Και; Μας Το κρατάει για έκπληξη;
- Δεν τον γνωρίζουμε τον εργολάβο, κύριε. Με ειρωνεύεστε;
- Κι αυτό το καταλάβατε;
Κάτι του ευχήθηκα, κάτι μου ευχήθηκε.
Δε θυμάμαι τι ακριβώς. Σε όσους διηγήθηκα τη συνομιλία κούνησαν το κεφάλι:
«Και τι τους πήρες; Δεν ήξερες τι θα γίνει;»

Υ.Γ.
Δεν πρόκειται να σταματήσω να γράφω για αυτά τα χάλια.
Μέχρι κάποιος να ενδιαφερθεί και να δώσει λύση.

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Διάολε φύγε από μπροστά μου...



Αν συναντήσετε πάλι 
αυτούς τους αρνητικούς ανθρώπους, 
ξέρετε αυτούς που ποτέ δε φταίνε, 
ποτέ δε συγχωρούν, 
ποτέ δε γλιστρούν έξω από το θυμό τους, 
προς θεού μη χάσετε για κανέναν λόγο
την ψυχραιμία σας.
Βρείτε άλλους λόγους
που σας κάνουν να νιώθετε τυχεροί
και ψιθυρίστε τον στίχο του Αγγελάκα
"Διάολε φύγε από μπροστά μου,
μου κρύβεις το θεό"
Κι αν γίνεται να μιμηθείτε και τη φωνή του.
Κλείστε τα αυτιά σας.
Θα ακουστεί ένα μπαμ
που θα σκορπίσει
όλες τις ενοχές σας...

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016

Απλή μαμά


Όλο το σχολείο θυμίζει ποταμόπλοιο που κυλάει αργά όπως και τα λεπτά...

Είναι ακριβώς αυτό το δεκάλεπτο που διασκεδάζω πιο πολύ από όλη τη μέρα μου. Όχι, επειδή σχολάω όμως. Ναι, είναι λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι και τα παιδιά της πρώτης βιάζονται να μαζέψουν τις τσάντες τους. Σε λίγο θα δουν τη μαμά, τη γιαγιά, τον παππού, κάποιον τελοσπάντων τυχερό και πρόθυμο να ακούσει την πρώτη γκρίνια «πεινάω», «η Έφη δεν είναι φίλη μου», «ο δάσκαλος σήμερα μας φώναξε», «ο Βασίλης μου πήρε την αγαπημένη μου τάπα».

Λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι όμως, τα παιδιά της τάξης μου χαμογελάνε. Μαζεύουν τα πράγματα και πλησιάζουν στην έδρα. Δεν ξαπλώνουν βέβαια, αλλά όλο το υπόλοιπο σκηνικό θυμίζει ψυχανάλυση.

Η Δανάη διηγείται τις στιγμές που είναι μόνη στο σπίτι κι ακούει κλασική μουσική στο youtube γιατί μια μέρα θα γίνει μουσικός. Ο Θανάσης περιγράφει σε ποια σημεία στο προαύλιο κρύβονται τα μυρμήγκια και πώς ο ίδιος βρίσκει κόλπα να τα κρύβει με πετρούλες, φυλλαράκια να μην τα εντοπίσουν τα υπόλοιπα παιδιά αλλά και μεγάλα ζώα που έρχονται και κόβουν βόλτες το βράδυ στο σχολείο. Και η συζήτηση πηγαίνει από μόνη της στις μαμάδες…
Η Ελένη λέει για τη δική της που έχει ένα πολύ καλό κομπιούτερ, το καλύτερο που υπάρχει, που δεν το πιάνει καμιά αρρώστια.

Ο Κωνσταντίνος με κοιτάει και δε μιλάει, μου δείχνει τη Νικολέτα που κρύφτηκε κάτω από το θρανίο, για να τρομάξει τον διπλανό της και το βλέμμα του αναρωτιέται πότε χτυπάει το κουδούνι. Ο Θανάσης λέει πως η δική του μαμά διαβάζει πολλά βιβλία, γιατί δουλεύει στην τράπεζα και η Δανάη λέει πως η δική της μαμά παίζει πιάνο.

Και ο Κωνσταντίνος μου κάνει νόημα, μου ψιθυρίζει στ’ αυτί «η δική μου μαμά είναι απλή». Ούτε ακούω καλά ούτε καταλαβαίνω και το δείχνω κουνώντας το κεφάλι δεξιά κι αριστερά. Επαναλαμβάνει δύο φορές ακόμη πιο ψιθυριστά και πιο κοντά στο αυτί μου «απλή μαμά, απλή μαμά». Και τότε ακριβώς χτυπάει το κουδούνι και το ωραιότερο δεκάλεπτο τελειώνει…
Γ.Γ. (9/6/2016)

Εικόνα: Katerina Mertikas - Dusk is Here

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Ο Μεγάλος Δικτάτορας


Τέτοια μέρα σαν τη σημερινή μαύρη επέτειο 
σκέφτομαι τον «Μεγάλο Δικτάτορα» του Τσάπλιν. 
Η παραγωγή της ταινίας ξεκίνησε το 1937, 
όταν ακόμη ελάχιστοι είχαν φανταστεί 
πόσο καταστροφική ήταν η ιδεολογία του ναζισμού.
Λίγο πριν τελειώσει η ταινία,
οι Γερμανοί μπήκαν στη Γαλλία
και ο Τσάπλιν αποφάσισε να αλλάξει το τέλος
προσθέτοντας τη συγκλονιστική αντιρατσιστική ομιλία του πρωταγωνιστή.
Μάλιστα δήλωσε πως αν γνώριζε
την πραγματική έκταση των κτηνωδιών των Ναζί
«δε θα διακωμωδούσε ποτέ τη δολοφονική τους παράνοια».

Ο Βωμός του Δία στην Κεντρική Ευρώπη


Σα να ακούω την απορία να έρχεται:
"Είχε και η Κεντρική Ευρώπη την ελληνιστική εποχή της, κύριε;"

Εικόνα από το βιβλίο Ιστορίας της Δ΄ δημοτικού

Βύρωνας


Στις 16/4/1924 ο προσφυγικός συνοικισμός Παγκρατίου (1923) μετονομάστηκε σε Συνοικία Βύρωνος με την ευκαιρία του εορτασμού των 100 χρόνων από το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα, του μεγάλου φιλέλληνα ποιητή που πέθανε στο Μεσολόγγι το 1824.... 
Πηγή: Πάλαι ποτέ στον Βύρωνα.

Γιατί τα κοράκια είναι μαύρα;

Γιατί τα κοράκια είναι μαύρα;
Στην ελληνική μυθολογία 
ο Λυκαβηττός ήταν ένας βράχος 
που κουβαλούσε στα χέρια της η Θεά Αθηνά, 
της έπεσε όμως έπειτα από
 μια κακιά είδηση 
που της έφερε ένα κοράκι. 
Από τότε τα κοράκια έγιναν μαύρα. 
Μόνο στην ταινία "Ξύπνα Βασίλη" 
ο ποιητής Φανφάρας έβλεπε 
κοράκια σε όλα τα χρώματα.
Εικόνα: Οδός Λυκαβηττού, Κολωνάκι, 1934.

Με τη στάμπα της λύπης...



Θυμάμαι όποτε είχα πέμπτη τάξη,
διαβάζαμε τους στίχους του Παλαμά στο παλιό Ανθολόγιο
«και στο σπίτι το άραχνο 
γυρνώντας, ω ακριβέ μας,
γίνε αεροφύσημα 
και γλυκοφίλησέ μας!»
Προσπαθούσα να κερδίσω χρόνο
να πω πότε γράφτηκε το ποίημα και γιατί, 
δεν προλάβαινα όμως, 
έσπαγε η φωνή μου
και κλαίγαμε όλοι στην τάξη.
Δεν αναλύαμε ποτέ τους στίχους… 
Συζητούσαμε για την απώλεια 
που λίγη σημασία έχει 
αν είναι ξαφνική ή αναμενόμενη.
Τη βλέπαμε μετά ως απουσία 
που περνάν τα χρόνια 
και δεν πιάνει κανένα γιατροσόφι.
Και πάντα κάπου στο τέλος του μαθήματος 
πεταγόταν κάποιος κι έλεγε πως 
υπάρχουν μέρες 
με τη στάμπα της λύπης 
κι οι αναμνήσεις επιστρέφουν αυτόματα…
Γ.Γ.

Εικόνα: Σκηνή από την ταινία του Ingmar Bergman "The seventh Seal" (1957)

Κυριακή 3 Απριλίου 2016

Χανιά, συνοικία Καστέλι

Εικόνα: Χανιά, συνοικία Καστέλι, 1908.
Στην οδό Κανεβάρο από τα χρόνια των Βενετών μέχρι και τους βομβαρδισμούς των Γερμανών το 1941 κατοικούσαν οι πιο εύπορες οικογένειες.
Στο σημείο που βρίσκεται ο φωτογράφος τότε υπήρχε ακόμη η δυτική πύλη. Σήμερα υπάρχουν αλυσίδες ως ανάμνηση των βομβαρδισμών του 1941.
(Οι πληροφορίες επιβεβαιώθηκαν από τη φίλη Λαμπρινή Τσαμποδήμου)
Υ.Γ. Και μια υποψία που δεν μπορώ να επιβεβαιώσω, αλλά θα την πω:
Στη φωτογραφία βλέπουμε παρέλαση έφιππων στρατιωτικών και στα πεζοδρόμια και στα μπαλκόνια κόσμος παρακολουθεί. Σημαίες ελληνικές παντού.
Το 1908 η Κρητική πολιτεία κήρυξε την ένωσή της με την Ελλάδα και κατάργησε την αρμοστεία. Για την ακρίβεια 12 Οκτωβρίου 1908 (στις 25 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο). Ίσως λοιπόν είναι εορτασμός αυτού του γεγονότος.
Βέβαια, επίσημα αναγνωρίστηκε η ένωση από τις υπόλοιπες χώρες με τη Συνθήκη του Λονδίνου μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.

Οδός Πατησίων



Οι Αθηναίοι του 19ου αιώνα συνήθιζαν να οργανώνουν μικρές εκδρομές στα εξοχικά και εξωτικά Πατήσια. Το 1908 χαράχθηκε η οδός που θα τα συνέδεε με την πλατεία Ομονοίας στο κέντρο της Αθήνας. Και το όνομα της οδού: Πατησίων.
Πώς βγήκε όμως το όνομα;
1. Βατής ήταν το όνομα του αρχαίου δήμου. Βατήσι ο επιρρηματικός τύπος.
Τι Βατήσι τι Πατήσι. Ένα μόνο του το Πατήσι και πολλά μαζί τα Πατήσια, αν και σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες πάντα ήταν πολλά τα Πατήσια, ποτέ ένα μόνο του, για να απαντήσουμε σε απορία που εκφράστηκε διά στόματος Ντάλιας στη σειρά «Στο παρά πέντε».
2. Τούρκος αξιωματούχος της Οθωμανικής εποχής λεγόταν Πατίς-Αγάς.

3. Αν κάποιος βρισκόταν στο κέντρο και ρωτούσε πώς θα πάει στην περιοχή, του έδειχναν που είναι και του έλεγαν "πάτα ίσια". Και μάλλον έκοβε λίγο στις άκρες τα φωνήεντα.
Εικόνα: Οδός Πατησίων, 1910.

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Πλατεία Κοτζιά


Μία πλατεία πολλά ονόματα
Μετά το 1850 επί βασιλείας Όθωνα η περιοχή διαμορφώθηκε σε πλατεία και ονομάστηκε «πλατεία Λουδοβίκου» με δόξα και τιμή, αφού Λουδοβίκος λεγόταν ο πατέρας του Όθωνα. Πολλά χρόνια αργότερα η ατάκα «με δόξα και τιμή» θα χρησιμοποιηθεί από μία κυρία Κοκοβίκου, η οποία καμιά σχέση δεν είχε με την πλατεία Λουδοβίκου.
Δεκαετία του 1870 επειδή άρχισε να κατασκευάζεται εκεί το Δημοτικό Θέατρο η πλατεία πήρε και το όνομά του. Θα μπορούσε ο Γεώργιος να την ονομάσει πλατεία Χριστιανού Θ΄ της Δανίας, για να συνεχίσει την παράδοση του Όθωνα, αλλά και να τιμωρήσει τους περαστικούς που ήθελαν να προφέρουν το όνομά της, αλλά από μεγαλοψυχία προς τους Έλληνες δεν το έκανε. 
Ο Κώστας Κοτζιάς το 1934 με τη βοήθεια του Λαϊκού Κόμματος έγινε Δήμαρχος Αθηναίων, το 1939 κατεδαφίστηκε το θέατρο παρά τις έντονες διαμαρτυρίες, οπότε πώς να πούμε τώρα την πλατεία; Μα φυσικά πλατεία Δημοτικού Θεάτρου χωρίς Δημοτικό Θέατρο.
Μεταπολεμικά, η πλατεία πήρε το όνομα του Κοτζιά, με το οποίο είναι και σήμερα γνωστή, ενώ το 1977 ονομάστηκε Εθνικής Αντιστάσεως.

Εικόνα: Πλατεία Κοτζιά

Οδός Αιόλου


Δηλαδή, μεταξύ μας τώρα, 
μία οδός που ξεκινάει 
από το αρχαίο μνημείο Αέρηδες 
(Ωρολόγιο του Κυρρήστου, πιο επίσημα) 
δε δικαιούται το όνομα 

του διορισμένου από τον Δία ταμία των ανέμων;

Εικόνα: οδός Αιόλου, 1940.

Οδός Ερμού


Είναι από τους πρώτους δρόμους που σχεδιάστηκαν, 
όταν το 1833 οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ συνέταξαν 
το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο της νέας πρωτεύουσας. 
Θα γινόταν ο κεντρικός εμπορικός δρόμος της πόλης 
και έπρεπε να βρεθεί το ανάλογο όνομα. 
Θεός του εμπορίου στο τόσο σημαντικό 
– για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος – 
αρχαίο ελληνικό παρελθόν 
ήταν ο Ερμής.
Οπότε…

Εικόνα: Οδός Ερμού, 1890

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Φένια, η αγαπημένη των ήχων

Στο βιβλίο «Φένια, η αγαπημένη των ήχων» 
η δασκάλα κάνει τη διαφορετικότητα παιχνίδι 
κι αποφασίζει να μεταφέρει τους μαθητές της 
σε έναν κόσμο γεμάτο 
με ήχους, αρώματα με ένα μόνο χρώμα. 
Στον κόσμο της Φένιας.

Η δικιά μας Γιώτα Αλεξάνδρου
(αγαπημένη συνάδελφος) 
κατάφερε με το βιβλίο της αυτό να κερδίσει 
μικρούς και μεγάλους, 
αγγίζοντας ένα ευαίσθητο θέμα αλλά και σκληρές καταστάσεις 
με τον δικό της τρυφερό τρόπο. 
Υπέροχες και οι εικόνες της Έφης Λαδά.

Σε ευχαριστούμε, αγαπητή μας Γιώτα, 
αγαπημένη των λέξεων και των παιδιών

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016

Elvis is back




Όταν περιμένω το καλοκαίρι κι αυτό αργεί, κοιτάζω παλιές φωτογραφίες.
Κι αναρωτιέμαι διάφορα.
Για παράδειγμα:
Πού κολλάει ο Elvis στο Τσιλιβί της Ζακύνθου τον Αύγουστο του 2010;
Άγγλοι μαγεύονται από τα δήθεν αυτοσχέδια σόου του μπάρμαν. 
Elvis is back.
Ελαφρώς κοιλαράς ο σωσίας και με περούκα πάνω σε αγροτικό, κρατάει μικρόφωνο, προσπαθεί να λικνιστεί σαν τον αυθεντικό βασιλιά και στο παρά πέντε γλιτώνει την πτώση από την καρότσα.
Πίνω μια ξανθή Beck's που μου ήρθε ζεστή ζεστή και σε μικρό ποτήρι παρακαλώ (ευτυχώς όχι του κρασιού).
Δεν καπνίζω (εδώ κι ένα χρόνο σχεδόν) όπως επίσης και δεν χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο (από συνήθεια και άποψη) οπότε η ώρα δεν περνάει ή περνάει έτσι ... κοιτάζω στη γιγαντοοθόνη δυο εύσωμους να παίζουν βελάκια και να κλέβουν τις ενοχές μου οπότε παραγγέλνω και δεύτερο ποτήρι.
Η μουσική είναι εκπληκτική, το αγαπημένο μου Suspicious Minds, όμως ... δε θα το ξανακούσω εδώ το τραγούδι ... κλείνω τα μάτια ... και φεύγω… πόσο πιο ωραία θα ήταν ... μπαράκι δίπλα στη θάλασσα να παίζει το Nothing Compares To You και η Sinead O' Connor να τα λέει εκεί στο βάθος κι ανάμεσα στους ψίθυρους των κυμάτων...

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

Οι παλιές Κυριακές

Είναι οι παλιές Κυριακές.
Ακούγεται η πρώτη νότα και ανοίγουν το ένα τους μάτι. 
Ξυπνούν για τα καλά, αν δουν τον ήλιο πιο ψηλά. 
Και σα να το ήξεραν καιρό και το συνήθισαν, 
ρωτούν για όλους αυτούς που λείπουν, 
μόλις μυρίσουν το ψητό στον φούρνο.
Κλείνουν τα μάτια πάλι και δε σχολιάζουν το πόσο άλλαξες.
Μπαίνουν σε άλλο όνειρο...