Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

Καλοκαίρι στους τέσσερις τοίχους

Να κλείνεται το καλοκαίρι 
στους τέσσερις τοίχους
στα ίδια χρώματα 
και μια μελωδία 
να σε έχει ρίξει στο πάτωμα.
Να νιώθεις πως
θέλει να τρέξει το καλοκαίρι μπροστά
κι εσύ όμως να μένεις πίσω
με όλα αυτά που φανταζόσουν πως θα έρθουν
και μετά μόνος…
Γ.Γ.

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Όνειρο στην άκρη της νύχτας


Λες "καλοκαίρι μου" 
και σε κυνηγούν αναμνήσεις παιδικές. 
Τη στιγμή που πατάει ακριβώς στην άκρη της νύχτας. 
Λες "Δεν πιστεύω τίποτα" 
και άγρια ζώα σου χαμογελούν και σου υπόσχονται. 
"Τίποτα δεν έγινε" λες 
και νιώθεις πως χάθηκαν όλα. 
"Καθόλου επικίνδυνα" λες 
και τινάζεις από πάνω σου το όνειρο 
κι ανοίγεις τα μάτια.
Γ.Γ.

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Μιλώντας μεταφορικά...


Ο Μάλαμας έλεγε πως άλλα θέλει κι άλλα κάνει. Υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν μεταφορικά κι εμείς τα παίρνουμε τοις μετρητοίς μέχρι τη στιγμή της διάψευσης (έρχεται κάποτε κι αυτή η ρημάδα, αργά ή γρήγορα).
Άρχισα λοιπόν κι εγώ να μην πιστεύω κανέναν. Κι όταν άκουσα τη φράση "ομορφιά να την πιεις στο ποτήρι", αμέσως σχεδόν αντέδρασα "σας κατάλαβα, μιλάτε μεταφορικά, η ομορφιά είναι αφηρημένο πράγμα και δεν πίνεται". Και για να βεβαιωθώ κοίταξα πιο προσεχτικά το ποτήρι μου.
Γ.Γ.

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

Συμπεριφορές ενηλίκων


Σταματημένος σε φανάρι σκεφτόμουν την αφίσα που ετοίμασαν τα παιδιά της τετάρτης για τη βία και σα να μου ψιθύριζε κάποιος για αυτό το θέμα. 
Η φωνή όμως ερχόταν απ' το ραδιόφωνο: 
"Στου δειλινού την άκρη 
δε βλέπεις όνειρα
αυτά που γίναν βλέπεις
και τα επόμενα"
Κάποιος κόρναρε κι έβριζε που το φανάρι ήταν πράσινο αλλά εγώ ακόμα δεν ειχα φύγει βολίδα. Κι ήταν ενήλικος.

Και ναι και όχι

"Και ναι και όχι" έλεγε με τον πιο φυσικό τρόπο πως θέλει τον καφέ του ο πατέρας μου και πάντα παραξενευόμουν που ο σερβιτόρος καταλάβαινε. Μια φορά τον ρώτησα τι ακριβώς σημαίνει. "Ναι" σε τι; και "όχι" πάλι για ποιο πράγμα; και πώς ταιριάζουν τα δυο μαζί; Μου εξήγησε και το ξέχασα αμέσως.
Γ.Γ.

Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Οι μουσικοί


Η ορχήστρα σκορπούσε τις αρμονίες της
να πετάνε δίπλα και να ντύνουν
τον καπνό και τη στάχτη.
Οι μουσικοί μάλλον ήταν συγγενείς αυτών που καίγονταν.
Οι μουσικοί ίσως και να έκλαψαν κάποια στιγμή
για αυτούς που χάνονταν,
γιατί κάποιες νότες βγήκαν ένα τόνο πιο λυπητερές.
Όπως έφευγαν,
παραπάτησαν στο αηδιαστικό νερό,
που πολύ παλιά ίσως και να ήταν θάλασσα.
Και έτσι λερωμένοι επέστρεψαν σπίτι.
Γ.Γ.