Μαύρη αγορά, επειδή η αγοραπωλησία γινόταν στο σκοτάδι. Στην αρχή τουλάχιστον.
Οι μαυραγορίτες έλεγαν πόσα ήθελαν και οι επίδοξοι αγοραστές έμεναν άφωνοι, έτριβαν από έκπληξη τα μάτια και έφευγαν με την ελπίδα πως όλα είναι ένα κακό όνειρο. Ένας εφιάλτης.
Εφιάλτης όμως ήταν η καθημερινότητά τους. Και δεν μπορούσαν να γλιτώσουν.
Στίχοι: Μιχάλης Γενίτσαρης
Μουσική: Μιχάλης Γενίτσαρης
Μικροί μεγάλοι γίνανε
μαυραγορίτες όλοι
κι αφήσαν όλο τον ντουνιά
με δίχως πορτοφόλι
Ακόμα κι οι γυναίκες τους
τη μαύρη κυνηγάνε
τσάντες τσουβάλια κουβαλούν
κανέναν δε ψηφάνε
Πρωί και βράδυ τρέχουνε
στους δρόμους σαν κοράκια
πελάτες ψάχνουν για να βρουν
να γδάρουνε κορμάκια
Πουλήσαμε τα σπίτια μας
και τα υπάρχοντα μας
για δυο ελιές κι ένα ψωμί
να φάνε τα παιδιά μας"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου